Σκρολάροντας στο Instagram πολλοί χαζεύουμε βίντεο και φωτογραφίες από τοπία μακρινά, που πολλές φορές φαντάζει άπιαστο να φτάσουμε ως εκεί. Υπάρχουν όμως και άνθρωποι που δεν σταματάνε στο “σκρολάρισμα” και αποφασισμένοι να γνωρίσουν από κοντά κάθε τόπο αυτού του πλανήτη, φτιάχνουν βαλίτσα και ξεκινούν το μαγικό αυτό ταξίδι της εξερεύνησης. Ο Παύλος Γεώργιζας είναι ένας από αυτούς τους ανθρώπους. Έχοντας ταξιδέψει από το δάσος του Αμαζονίου, μέχρι το Νεπάλ σε πλέον 60+ χώρες -υπό συνθήκες ακραίας οικονομίας- έγραψε το “59,5 χώρες και το πιγκλού” και έπρεπε να μάθουμε τα πάντα γύρω από αυτό το βιβλίο!
Το βιβλίο του Παύλου Γεώργιζα “59,5 χώρες και το πιγκλού” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Οσελότος.
Βρείτε εδώ τον Παύλο στο Instagram!
Πώς ξεκίνησε η πορεία σου στην συγγραφή;
Βασικά διάβαζα αρκετά βιβλία ήδη από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Ταυτόχρονα, έγραφα συχνά ιστορίες, σενάρια, τραγούδια (τα οποία προφανώς τώρα τα κοιτάω και μου φαίνονται cringe) και όταν ξεκίνησε η εφηβεία άρχισα να αποτυπώνω στο χαρτί και τις καθημερινές μου σκέψεις. Κι αν ήμουν, δε, αγχωμένος ή είχα γενικότερα δυσάρεστα συναισθήματα αυτό γινόταν ακόμα πιο έντονα. Στο γυμνάσιο και στο λύκειο διάβαζα επίσης αρκετή λογοτεχνία, αν και στο Πανεπιστήμιο έγινε μια μεγάλη παύση σε αυτό το κομμάτι, εν μέρει λόγω της απογοήτευσης μου από τις σπουδές και της πίεσης να περάσω τα μαθήματα.
Η ιδέα, ωστόσο, του να γράψω ένα βιβλίο προέκυψε κυρίως από την ανάγκη να φτιάξω κάτι δημιουργικό αντί να καταναλώνω συνεχώς. Κι αυτό αφορά τα ταξίδια. Μέχρι τη στιγμή της έναρξης της συγγραφής του βιβλίου είχα ήδη επισκεφθεί γύρω στις 60 χώρες νιώθοντας έντονα ότι όσο όμορφο κι αν είναι το να ταξιδεύει κανείς, συνιστά κι αυτό μια μορφή κατανάλωσης. Σιγά σιγά έπαψα κάπως να παίρνω νόημα από την κατάσταση. Εξακολουθώ φυσικά να αγαπώ τα ταξίδια, αλλά πλέον δεν θέλω να ζω απλώς για να βλέπω νέα μέρη ή να περνάω καλά ή να συλλέγω εμπειρίες.
Κάτι τέτοιο μου φαίνεται πολύ λίγο. Ταυτόχρονα, τα τελευταία χρόνια με απασχολούσαν ολοένα και πιο έντονα διάφορα ζητήματα κοινωνικού χαρακτήρα, τα οποία ήθελα με κάποιον τρόπο να τα εκφράσω. Και πάνω απ’ ολα να ακουστώ –ευρέως. Δεδομένου λοιπόν ότι πάνω κάτω ένιωθα πως εκφράζομαι σχετικά καλά με τον γραπτό λόγο και χάρη στην προτροπή ορισμένων κοντινών μου ανθρώπων είπα να δοκιμάσω να γράψω ένα βιβλίο.
Αρχικά δοκιμαστικά. Σύντομα όμως, συνειδητοποίησα ότι μου άρεσε αρκετά ώστε να δεσμεύσω τον εαυτό μου και να το τελειώσω. Επιπλέον, αυτός ήταν κι ένας τρόπος να μεταμορφωθεί το άγχος ή οποιαδήποτε δυσάρεστα συναισθήματα σε κάτι δημιουργικό. Όπως είπα και πριν, στο παρελθόν έγραφα συχνά όταν ένιωθα άσχημα και ας πούμε πως θέλησα να το εκμεταλλευτώ αυτό. Με την καλή έννοια.
Γιατί ο αφηγητής είναι πιγκουίνος; Υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος λόγος;
Σε ένα πρώτο επίπεδο, για διάφορους λόγους ήθελα να παρουσιάσω τις χώρες από την πλευρά ενός ζώου. Κάτι τέτοιο θα ήταν πιο διασκεδαστικό και ταυτόχρονα θα συνιστούσε μια κάποια πρωτοτυπία. Δεν ήθελα να βγάλω «άλλο ένα» ταξιδιωτικό βιβλίο ή να γίνω «άλλος ένας» ταξιδιωτικός «συμβουλάτορας». Νιώθω ότι δεν χρειάζονται άλλοι τέτοιοι πια.
Επίσης, το βιβλίο περιέχει έντονη κριτική και σαρκασμό. Και όσο περίεργο κι αν ακουστεί αυτό αισθάνομαι πως οι άνθρωποι είναι πιο δεκτικοί σε τούτα τα δύο πράγματα όταν προέρχονται από ένα ζώο. Εξάλλου, έτσι δημιουργείται κι ένα πιο ανάλαφρο κλίμα. Τώρα οσον αφορά την επιλογή του πιγκουίνου συγκεκριμένα, ναι, υπάρχει επίσης συγκεκριμένος λόγος που αυτή έγινε. Δεν μου πολυαρέσει όμως να εξηγούμε τη λογοτεχνία. Γενικότερα δηλαδή, δεν λένε ότι η εξήγηση σκοτώνει την τέχνη; Απ’ την άλλη βέβαια, επειδή καταλαβαίνω ότι στον κόσμο αρέσει να λύνονται τέτοιες απορίες, ένα δυο πράγματα θα τα πω. Πάνω κάτω έστω.
Καταρχάς, ποια είναι τα γνωρίσματα της συμπεριφοράς ενός πιγκουίνου όσον αφορά το σχετίζεσθαι με τους συμπιγκουίνους του; Και σε γενικότερο επίπεδο και στο πιο συντροφικό. Αν κάποιος μελετήσει λίγο το εν λόγω είδος – πολύ επιφανειακά δηλαδή – νιώθω πως θα καταλάβει το γιατί το επέλεξα. Ο τρόπος που εκτυλίσσεται η ιστορία κάπως δένει με τα χαρακτηριστικά ενός πιγκουίνου, χαρακτηριστικά τα οποία θεωρώ πως θα έκαναν τους ανθρώπους πιο ευτυχισμένους αν τα είχαν σε μεγαλύτερο βαθμό ή αν τα λάμβαναν περισσότερο υπόψη.
Επιπλέον, στο βιβλίο οι πιγκουίνοι της Ανταρκτικής ζουν περίπου όπως οι άνθρωποι ή έστω προσπαθούν να τους αντιγράψουν. Ταυτόχρονα, όμως, κατοικούν πολύ μακριά από αυτούς, σε μία ήπειρο με ελάχιστη ανθρώπινη παρουσία. Αυτό που θέλω να πω είναι πως συχνά τείνουμε να εξιδανικεύουμε κουλτούρες, τρόπους ζωής και γενικότερα πράγματα, τα οποία βρίσκονται μακριά μας. Υιοθετούμε πρότυπα και στάσεις ζωής χωρίς απαραίτητα να μας κάνουν ευτυχισμένους, μόνο και μόνο επειδή θεωρούνται σωστοί, ασχέτως αν στην πράξη στεκόμαστε τελείως έξω από τον χορό. Τέλος πάντων, υπάρχουν φυσικά κι άλλοι λόγοι οσον αφορά την επιλογή ενός τέτοιου αφηγητή, αλλά νομίζω πως πάλι το έριξα στο μπλα μπλα, αρα αυτά για την ώρα.
Πες μας 1-2 εμπειρίες που θεωρείς ότι σε άλλαξαν σαν άνθρωπο από αυτά τα ταξίδια που έκανες.
Επειδή μιλάω πολύ θα αναφέρω μόνο μία, η οποία μάλιστα αφορά ένα ταξίδι / χώρα που δεν περιλαμβάνεται στο βιβλίο, καθώς έτυχε να βρεθώ εκεί αφού το είχα ολοκληρώσει.
Τον Μάιο του 2024 κατάφερα επιτέλους να πραγματοποιήσω – εν μέρει – το μεγαλύτερο ταξιδιωτικό μου όνειρο: να βρεθώ στα νησιά της Μικρονησίας στον Ειρηνικό Ωκεανό. Η Μικρονησία είναι μία από τις τρεις περιοχές στις οποίες χωρίζεται όλο αυτό το αχανές μπλε της Ωκεανίας. Οι άλλες δυο είναι η Μελανησία και η Πολυνησία. Στη Μικρονησία ανήκουν μερικά από τα λιγότερο επισκέψιμα κράτη του πλανήτη. Πόσους γνωρίζεις που έχουν πάει στο Κιριμπάτι, ας πούμε; Ή στο Παλάου; Ή στο Ναουρού; Το τελευταίο μάλιστα αποτελεί τη λιγότερο τουριστική χώρα του κόσμου. Τέλος πάντων, έτυχε λοιπόν να βρεθώ μόνος μου σε εκείνη την περιοχή, αν και ίσως σε ένα από τα πιο αδιάφορα – μολονότι πανέμορφα – κομμάτια της, τα νησιά των Βορείων Μαριανών, ένα υπερπόντιο έδαφος των ΗΠΑ. Έχει παρόμοιο status με το Πουέρτο Ρίκο βασικά. Εν πάση περιπτώσει, το μέρος ήταν ενας κλασικός τροπικός παράδεισος με κοκοφοίνικες, λευκές παραλίες και όλα τα κλισέ.
Εκεί, λοιπόν, έζησα μερικές από τις ομορφότερες στιγμές της ζωής μου. Και συνάμα μερικές από τις πιο ψυχικά αναπάντεχες και απογοητευτικές. Δεν ξέρω, σου έχει τύχει βασικά να πραγματοποιήσεις ποτέ ένα τεράστιο όνειρο; Ήταν ακριβώς όπως το περίμενες στην πράξη; Αν και ήδη μιλάω για αυτό στο βιβλίο, αυτό που θέλω να πω κάνοντας αναφορά στο εν λόγω ταξίδι είναι πως όσο υπέροχο κι αν είναι το να ζεις ένα όνειρο σου, έχει πολύ μεγαλύτερη αξία όταν το μοιράζεσαι με κάποιον. Η συμπόρευση και η συντροφικότητα όσο ζεις κάτι υπέροχο συχνά αξίζει περισσότερο κι από το ίδιο το αντικείμενο του ονείρου. Είχα στιγμές κατά τις οποίες, ενώ βρισκόμουν τελείως μόνος σε υπέροχες εξωτικές παραλίες με θέα την απεραντοσύνη του Ειρηνικού, ήθελα απλώς να έχω παρέα κι ας βρίσκομαι και στην Κεφαλονιά – πολύ ωραίο νησί παρεμπιπτόντως!
Όσο όμορφα κι αν είναι τα solo trips (έχω ήδη κάνει 29), από ένα σημείο και μετά παύουν να έχουν αξία. Το ήξερα φυσικά αυτό και πριν βρεθώ στην άλλη άκρη του κόσμου, απλώς περίμενα πως μπροστά στην εκπλήρωση του μεγαλύτερου ταξιδιωτικού μου ονείρου, δεν θα είχε καμία σημασία. Τελικά όμως συνέβη το ακριβώς αντίθετο. Και πλέον θα φροντίσω να το λάβω αυτό πολύ πιο σοβαρά υπόψη – περισσότερο απ’ όσο παλιά – προτού προβώ ξανά σε ένα τέτοιο εγχείρημα.
Το επόμενο βιβλίο σου θα κινηθεί σε ανάλογο ύφος ή θες να δοκιμαστείς και σε άλλα λογοτεχνικά είδη;
Νομίζω πως επαγγελματικά μιλώντας είμαι υπερβολικά άπειρος σαν συγγραφέας για να μπορώ να απαντήσω αυτή την ερώτηση. Δεν είμαι καν σίγουρος σε ποιο λογοτεχνικό είδος ανήκει το βιβλίο που έχω ήδη γράψει. Σίγουρα, θα μου άρεσε να πειραματίζομαι και να αλλάζω ύφος γραφής, έστω μέχρι έναν βαθμό. Άλλωστε, αυτό θα σήμαινε και εξέλιξη. Γενικά πάντως νομίζω πως δεν θα ήθελα να ανήκω σε ένα συγκεκριμένο είδος. Πάντα εκτιμούσα τη δύσκολα κατατάξιμη τέχνη. Οι αυστηρές ταμπέλες είναι πολύ βαρετές.
Τι θα πει τελικά “σπίτι”;
Αφενός το μέρος στο οποίο βρίσκεις τον εαυτό σου και όλα εκείνα τα στοιχεία που θέλεις να τον συναποτελούν και να τον ορίζουν. Αφετέρου, ο τόπος όπου υπάρχουν οι δικοί σου άνθρωποι, οι φίλοι σου, ο/η σύντροφός σου και γενικότερα όλοι όσοι αγαπάς. (Ή μάλλον ένα μέρος αυτών γιατί το «όλοι» είναι πρακτικά ανέφικτο). Θεωρώ πως για να είναι ευτυχισμένος ένας άνθρωπος χρειάζεται να μένει κάπου όπου και τα δύο αυτά πράγματα μπορούν να συνυπάρχουν.
Το βιβλίο του Παύλου Γεώργιζα “59,5 χώρες και το πιγκλού” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Οσελότος.
Περιγραφή:
Όταν ο Γιούκι αποφασίζει να αφήσει τη χώρα του, σκέφτεται πως το μεγαλύτερο όνειρο του είναι να επισκεφθεί όλα τα κράτη του κόσμου, το ένα μετά το άλλο, και να ζήσει κι αυτός σαν άνθρωπος. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα καταφέρνει να βρεθεί σε 59 χώρες, να αντικρίσει καυτές ερήμους, τροπικά δάση, παμπάλαιες πόλεις, εξωτικά νησιά και πόσα ακόμα πράγματα που ουδεμία σχέση έχουν με τον παλιό του κόσμο. Στην πορεία όμως, καταλαβαίνει πως η ανθρώπινη κοινωνία μάλλον δεν είναι τόσο ιδανική όσο αρχικά νόμιζε και πως οι άνθρωποι ίσως και να μην είναι τόσο ευτυχισμένοι. Ταυτόχρονα, αρχίζει να νοσταλγεί το σπίτι του, ένα σπίτι που τελικά αποκτά μεγαλύτερη σημασία απ’ οποιοδήποτε ταξίδι.
Το βιβλίο αυτό αποτελεί μία συλλογή οδοιπορικών σε 59 διαφορετικά κράτη υπό τη μορφή μιας ενιαίας ιστορίας. Περιέχει πλήθος πληροφοριών για καθένα από αυτά, παρμένο από ταξίδια που έλαβαν χώρα σε πραγματικό χρόνο και τόπο. Πάνω απ’ όλα όμως συνιστά μια κριτική σε ποικίλα κοινωνικά ζητήματα, μια απάντηση στο τι θα πει τελικά «σπίτι», ενώ παράλληλα προσπαθεί να προβληματίσει για την πορεία του ανθρώπινου πολιτισμού, το αν μπορεί να προκύψει η ευτυχία μέσα από τα σύγχρονα μοντέλα ανάπτυξης και το κατά πόσο το «μέτρημα» των πραγμάτων καθίσταται υγιής προσέγγιση για την ικανοποίηση της αληθινής επιθυμίας.
Α! Επίσης, ο Γιούκι, ο αφηγητής, είναι πιγκουίνος. Και μάλιστα αυτοκρατορικός!
Δείτε ακόμη:
Τα 6 καλύτερα comic του Frank Miller
El Eternauta – Ο κοσμοναύτης του απείρου: Ένα προφητικό μετα-αποκαλυπτικό graphic novel